3,274,201
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> πυριτικό [[ορυκτό]] του σιδήρου και του μαγνησίου, που ανήκει στην [[ομάδα]] του ολιβίνη<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] πολύτιμου λίθου με χρυσές ανταύγειες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λίθος]] ( | |mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> πυριτικό [[ορυκτό]] του σιδήρου και του μαγνησίου, που ανήκει στην [[ομάδα]] του ολιβίνη<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] πολύτιμου λίθου με χρυσές ανταύγειες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λίθος]] ([[πρβλ]]. <i>χαλκό</i>-<i>λιθος</i>). Η λ., ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής, [[είναι]] αντιδάνεια, [[πρβλ]]. αγγλ. <i>chrysolite</i>, μέσω του λατ. <i>chrysolithos</i>]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |