προφθάνω: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῡ" to "οῦ"
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ, και [[προφταίνω]] κ. [[προφτάνω]] Ν<br /><b>1.</b> [[προλαβαίνω]] να [[κάνω]] [[κάτι]] [[πριν]] από κάποιον [[άλλο]] ή [[προτού]] συμβεί [[κάτι]] (α. «πρόφτασα και βγήκα από το [[σπίτι]]» β. «προέφθασεν αὐτὸν ὁ Ἰησοῡς λέγων»<br />ΚΔ, γ. «προφθάσασα [[καρδία]] γλῶσσαν»<br /><b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> την κατάλληλη [[στιγμή]] [[διασώζω]] κάποιον από κίνδυνο ή [[καταστροφή]] (α. «πρόφτασε, Παναγιά μου» β. «τὸ πρωϊ τὸ ἔλεός Σου προφθάσει με»<br />ΠΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[διαθέτω]] τον απαιτούμενο χρόνο, [[χρήμα]], [[αντοχή]] κ.λπ. (α. «δεν [[προφταίνω]] να τελειώσω τη δουλειά μου [[απόψε]]» β. «δεν [[προφταίνω]] τα έξοδα τών παιδιών» γ. «έτρεχε [[γρήγορα]], δεν μπορούσα να τον προφτάσω»).
|mltxt=ΝΜΑ, και [[προφταίνω]] κ. [[προφτάνω]] Ν<br /><b>1.</b> [[προλαβαίνω]] να [[κάνω]] [[κάτι]] [[πριν]] από κάποιον [[άλλο]] ή [[προτού]] συμβεί [[κάτι]] (α. «πρόφτασα και βγήκα από το [[σπίτι]]» β. «προέφθασεν αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων»<br />ΚΔ, γ. «προφθάσασα [[καρδία]] γλῶσσαν»<br /><b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> την κατάλληλη [[στιγμή]] [[διασώζω]] κάποιον από κίνδυνο ή [[καταστροφή]] (α. «πρόφτασε, Παναγιά μου» β. «τὸ πρωϊ τὸ ἔλεός Σου προφθάσει με»<br />ΠΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[διαθέτω]] τον απαιτούμενο χρόνο, [[χρήμα]], [[αντοχή]] κ.λπ. (α. «δεν [[προφταίνω]] να τελειώσω τη δουλειά μου [[απόψε]]» β. «δεν [[προφταίνω]] τα έξοδα τών παιδιών» γ. «έτρεχε [[γρήγορα]], δεν μπορούσα να τον προφτάσω»).
}}
}}
{{lsm
{{lsm