3,274,216
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. , ") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[εὐνοϊκός]], -ή, -όν)<br />ο διατεθειμένος ευνοϊκά για κάποιον, ο [[ευμενής]] (α. «εὐνοϊκωτέρους ὑπάρχειν τινί», <b>Δημοσθ.</b><br />β. «τον βρήκα ευνοϊκό [[απέναντι]] μου»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αρμόζει, που [[είναι]] [[σύμφωνος]] [[προς]] την [[επιθυμία]] κάποιου, αυτός που βοηθά σε [[κάτι]] που επιδιώκεται («ο [[καιρός]] [[είναι]] [[ευνοϊκός]] για [[ταξίδι]]»)<br /><b>2.</b> αυτός που φέρνει καλή [[τύχη]], ο [[αίσιος]], ο [[ευοίωνος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ευνοϊκώς</i> και <i>ευνοϊκά</i> (Α εὐνοϊκῶς)<br />με ευνοϊκό τρόπο, με ευμενείς διαθέσεις, με [[συμπάθεια]], καλόγνωμα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευνο</i>- (του [[εύνους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ικός</i> ([[πρβλ]]. | |mltxt=-ή, -ό (Α [[εὐνοϊκός]], -ή, -όν)<br />ο διατεθειμένος ευνοϊκά για κάποιον, ο [[ευμενής]] (α. «εὐνοϊκωτέρους ὑπάρχειν τινί», <b>Δημοσθ.</b><br />β. «τον βρήκα ευνοϊκό [[απέναντι]] μου»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αρμόζει, που [[είναι]] [[σύμφωνος]] [[προς]] την [[επιθυμία]] κάποιου, αυτός που βοηθά σε [[κάτι]] που επιδιώκεται («ο [[καιρός]] [[είναι]] [[ευνοϊκός]] για [[ταξίδι]]»)<br /><b>2.</b> αυτός που φέρνει καλή [[τύχη]], ο [[αίσιος]], ο [[ευοίωνος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ευνοϊκώς</i> και <i>ευνοϊκά</i> (Α εὐνοϊκῶς)<br />με ευνοϊκό τρόπο, με ευμενείς διαθέσεις, με [[συμπάθεια]], καλόγνωμα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευνο</i>- (του [[εύνους]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ικός</i> ([[πρβλ]]. [[απλοϊκός]], [[νυκτοπλοϊκός]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |