δίαυλος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 19: Line 19:
|btext=ου (ὁ) :<br />double course, consistant à parcourir le stade, et, après avoir tourné la borne ([[καμπτήρ]]), à revenir de l'autre côté ; <i>p. anal.</i> aller et retour ; δίαυλοι κυμάτων EUR le flux et le reflux (<i>lat.</i> fluctus reciproci).<br />'''Étymologie:''' [[δίς]], [[αὐλός]].
|btext=ου (ὁ) :<br />double course, consistant à parcourir le stade, et, après avoir tourné la borne ([[καμπτήρ]]), à revenir de l'autre côté ; <i>p. anal.</i> aller et retour ; δίαυλοι κυμάτων EUR le flux et le reflux (<i>lat.</i> fluctus reciproci).<br />'''Étymologie:''' [[δίς]], [[αὐλός]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''δίαυλος''': , (δὶς) διπλοῦν [[στάδιον]], διπλοῦς [[δρόμος]], καθ’ ὃν ὁ ἀγωνιζόμενος ([[διαυλοδρόμος]]) ἔτρεχε [[μέχρι]] τοῦ ἐσχάτου ἄκρου τοῦ σταδίου, ἔκαμπτε περὶ τὴν [[ἐκεῖ]] κειμένην στήλην ([[καμπτήρ]]), καὶ ἐπανήρχετο [[ὀπίσω]] διὰ τῆς ἑτέρας τοῦ σταδίου πλευρᾶς, Πίνδ. Ο. 13. 50, Σοφ. Ἠλ. 691, Εὐρ. Ἠλ. 825, κτλ.· ἴδε ἐν λ. [[στάδιον]] ΙΙ. 2) μεταφ., [[κάμπτω]] διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]] [[πάλιν]], [[ἐπιστρέφω]] [[ὅθεν]] ἀνεχώρησα, ὑποχωρῶ, [[ἐπιστρέφω]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 344, [[ἔνθα]] ἴδε Blomf. καὶ πρβλ. [[διαυλοδρομέω]]· [[ὡσαύτως]], δίαυλοι κυμάτων, [[πλήμμυρα]] καὶ ἄμπτωτις, [[ὕψωσις]] καὶ [[ταπείνωσις]] τῶν κυμάτων, Λατ. fluctus reciproci, Εὐρ. Ἑκ. 29· εἰς αὐγὰς [[πάλιν]] ἁλίου δισσοὺς ἂν ἔβαν διαύλους, θὰ ἐπέστρεφον δίς, ὁ αὐτ. Ἡρ. Μαιν. 662, πρβλ. 1102 ([[ἔνθα]] ὁ Bothe δίαυλον εἰς ᾍιδου μολών)· τὸν ὕστατον τρέχων δ. τοῦ βίου Ἄλεξ Τραυμ. 1· τρέχειν διαύλους, [[τρέχω]] ἐδῶ κι’ [[ἐκεῖ]], ἐμπρὸς καὶ [[ὀπίσω]], Ἀρισταίν. 1. 27. ΙΙ. στενὴ [[δίοδος]], τὸ στενόν, τὰ στενά, Εὐρ. Τρῳ. 435. 2) ἐν τῷ πληθ. ἐπὶ τῶν μυκτήρων ἢ ῥωθώνων, Ὀππ. Κ. 2. 181· πρβλ. [[αὐλών]].
|elnltext=δίαυλος -ου, ὁ [δίς, αὐλή] diaulos (loop van tweemaal de lengte van de renbaan); overdr.:; κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν het tweede deel van de diaulos indraaien (= de terugtocht aanvaarden ) Aeschl. Ag. 344; getij:. πολλοῖς διαύλοις κυμάτων φορούμενος heen en weer bewogen door de voortdurende wisseling van getijden Eur. Hec. 29.
}}
{{elru
|elrutext='''δίαυλος:''' ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[двойной пробег]] (до конца ристалища и обратно) Pind., Soph., Plat., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[возвращение]] Aesch.: [[ἔβην]] δ. Eur. я вернулся; δίαυλοι κυμάτων Eur. прилив и отлив волн;<br /><b class="num">3)</b> [[теснина]], [[пролив]] (στενὸς δ. πέτρας Eur.).
}}
}}
{{Slater
{{Slater
Line 31: Line 34:
|lsmtext='''δίαυλος:''' ὁ ([[δίς]]),·<br /><b class="num">I.</b> διπλό [[στάδιο]], [[δρόμος]], [[διπλή]] [[κούρσα]], στην οποία ο [[δρομέας]] έτρεχε στο πιο μακρινό [[σημείο]] του <i>σταδίου</i>, έστριβε στο στύλο ([[καμπτήρ]]), και έτρεχε [[πίσω]] από την [[άλλη]] [[πλευρά]] του <i>σταδίου</i>, σε Πίνδ., Σοφ., Ευρ.· μεταφ., κάμψαι διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]], [[επιστρέφω]] [[εκεί]] όπου αναχώρησα, [[ξαναγυρίζω]] απ' τον ίδιο δρόμο, σε Αισχύλ.· επίσης, <i>δίαυλοι κυμάτων</i>, [[πλημμυρίδα]] και άμπωτη, σε Ευρ.· δίσσους ἂν [[ἔβαν]] διαύλους, θα επέστρεφαν διπλά, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[πορθμός]], γεωγραφικό στενό, στον ίδ.
|lsmtext='''δίαυλος:''' ὁ ([[δίς]]),·<br /><b class="num">I.</b> διπλό [[στάδιο]], [[δρόμος]], [[διπλή]] [[κούρσα]], στην οποία ο [[δρομέας]] έτρεχε στο πιο μακρινό [[σημείο]] του <i>σταδίου</i>, έστριβε στο στύλο ([[καμπτήρ]]), και έτρεχε [[πίσω]] από την [[άλλη]] [[πλευρά]] του <i>σταδίου</i>, σε Πίνδ., Σοφ., Ευρ.· μεταφ., κάμψαι διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]], [[επιστρέφω]] [[εκεί]] όπου αναχώρησα, [[ξαναγυρίζω]] απ' τον ίδιο δρόμο, σε Αισχύλ.· επίσης, <i>δίαυλοι κυμάτων</i>, [[πλημμυρίδα]] και άμπωτη, σε Ευρ.· δίσσους ἂν [[ἔβαν]] διαύλους, θα επέστρεφαν διπλά, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[πορθμός]], γεωγραφικό στενό, στον ίδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''δίαυλος:''' ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[двойной пробег]] (до конца ристалища и обратно) Pind., Soph., Plat., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[возвращение]] Aesch.: [[ἔβην]] δ. Eur. я вернулся; δίαυλοι κυμάτων Eur. прилив и отлив волн;<br /><b class="num">3)</b> [[теснина]], [[пролив]] (στενὸς δ. πέτρας Eur.).
|lstext='''δίαυλος''': , (δὶς) διπλοῦν [[στάδιον]], διπλοῦς [[δρόμος]], καθ’ ὃν ὁ ἀγωνιζόμενος ([[διαυλοδρόμος]]) ἔτρεχε [[μέχρι]] τοῦ ἐσχάτου ἄκρου τοῦ σταδίου, ἔκαμπτε περὶ τὴν [[ἐκεῖ]] κειμένην στήλην ([[καμπτήρ]]), καὶ ἐπανήρχετο [[ὀπίσω]] διὰ τῆς ἑτέρας τοῦ σταδίου πλευρᾶς, Πίνδ. Ο. 13. 50, Σοφ. Ἠλ. 691, Εὐρ. Ἠλ. 825, κτλ.· ἴδε ἐν λ. [[στάδιον]] ΙΙ. 2) μεταφ., [[κάμπτω]] διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]] [[πάλιν]], [[ἐπιστρέφω]] [[ὅθεν]] ἀνεχώρησα, ὑποχωρῶ, [[ἐπιστρέφω]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 344, [[ἔνθα]] ἴδε Blomf. καὶ πρβλ. [[διαυλοδρομέω]]· [[ὡσαύτως]], δίαυλοι κυμάτων, [[πλήμμυρα]] καὶ ἄμπτωτις, [[ὕψωσις]] καὶ [[ταπείνωσις]] τῶν κυμάτων, Λατ. fluctus reciproci, Εὐρ. Ἑκ. 29· εἰς αὐγὰς [[πάλιν]] ἁλίου δισσοὺς ἂν ἔβαν διαύλους, θὰ ἐπέστρεφον δίς, ὁ αὐτ. Ἡρ. Μαιν. 662, πρβλ. 1102 ([[ἔνθα]] ὁ Bothe δίαυλον εἰς ᾍιδου μολών)· τὸν ὕστατον τρέχων δ. τοῦ βίου Ἄλεξ Τραυμ. 1· τρέχειν διαύλους, [[τρέχω]] ἐδῶ κι’ [[ἐκεῖ]], ἐμπρὸς καὶ [[ὀπίσω]], Ἀρισταίν. 1. 27. ΙΙ. στενὴ [[δίοδος]], τὸ στενόν, τὰ στενά, Εὐρ. Τρῳ. 435. 2) ἐν τῷ πληθ. ἐπὶ τῶν μυκτήρων ἢ ῥωθώνων, Ὀππ. Κ. 2. 181· πρβλ. [[αὐλών]].
}}
{{elnl
|elnltext=δίαυλος -ου, [δίς, αὐλή] diaulos (loop van tweemaal de lengte van de renbaan); overdr.:; κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν het tweede deel van de diaulos indraaien (= de terugtocht aanvaarden ) Aeschl. Ag. 344; getij:. πολλοῖς διαύλοις κυμάτων φορούμενος heen en weer bewogen door de voortdurende wisseling van getijden Eur. Hec. 29.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj