Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

συγκαταβατικός: Difference between revisions

From LSJ

Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir

Menander, Monostichoi, 453
(b)
 
(6_11)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0964.png Seite 964]] ή, όν, herablassend, sich bequemend, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0964.png Seite 964]] ή, όν, herablassend, sich bequemend, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''συγκαταβᾰτικός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, συγκαταβαίνων, ἐπιεικής, Ἰω. Χρυσόστ. τ. 4, σ. 148. - Ἐπιρρ. -κῶς, μὲ τρόπον συγκαταβατικόν, μετ’ ἐπιεικείας, Ὠριγέν. 1, 992, Καισάριος 908, κλπ.
}}
}}

Revision as of 11:06, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 964] ή, όν, herablassend, sich bequemend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συγκαταβᾰτικός: -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, συγκαταβαίνων, ἐπιεικής, Ἰω. Χρυσόστ. τ. 4, σ. 148. - Ἐπιρρ. -κῶς, μὲ τρόπον συγκαταβατικόν, μετ’ ἐπιεικείας, Ὠριγέν. 1, 992, Καισάριος 908, κλπ.