στοιχάριον: Difference between revisions
From LSJ
Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[στιχάρι]], [[στιχάριο]] (II). | |mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[στιχάρι]], [[στιχάριο]] (II). | ||
}} | |||
{{wkpel | |||
|wkeltx=Το [[στιχάριο]] ή [[στοιχάριον]] είναι άμφιο, κληρικών κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης στην Ορθόδοξη Εκκλησία που περιβάλλονται κατά την διάρκεια τέλεσης ιερουργίας ως πρώτο και εσώτατο άμφιο. Οι πρεσβύτεροι και οι επίσκοποι φέρουν κατά κανόνα λευκό ενώ οι διάκονοι ποικίλου χρώματος με βραχύτερες χειρίδες (μανίκια). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:43, 23 January 2024
German (Pape)
[Seite 945] τό, dim. von στοῖχος, Sp.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. στιχάρι, στιχάριο (II).
Wikipedia EL
Το στιχάριο ή στοιχάριον είναι άμφιο, κληρικών κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης στην Ορθόδοξη Εκκλησία που περιβάλλονται κατά την διάρκεια τέλεσης ιερουργίας ως πρώτο και εσώτατο άμφιο. Οι πρεσβύτεροι και οι επίσκοποι φέρουν κατά κανόνα λευκό ενώ οι διάκονοι ποικίλου χρώματος με βραχύτερες χειρίδες (μανίκια).