μυοφόνος: Difference between revisions

From LSJ

Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann

Menander, Monostichoi, 542
(c2)
 
(6_18)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0218.png Seite 218]] Mäuse tödtend, Sp., wie [[μυοκτόνος]], bes. [[ἀκόνιτον]]; auch eine Pflanze hieß so, Theophr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0218.png Seite 218]] Mäuse tödtend, Sp., wie [[μυοκτόνος]], bes. [[ἀκόνιτον]]; auch eine Pflanze hieß so, Theophr.
}}
{{ls
|lstext='''μυοφόνος''': -ον, ὁ φονεύων τοὺς μῦς: - μ., ὁ, [[εἶδος]] φυτοῦ ἐκ τῶν ἐννευροκαύλων, θανατηφόρου εἰς τοὺς μῦς, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 2, 9, κτλ.
}}
}}

Revision as of 09:29, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 218] Mäuse tödtend, Sp., wie μυοκτόνος, bes. ἀκόνιτον; auch eine Pflanze hieß so, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

μυοφόνος: -ον, ὁ φονεύων τοὺς μῦς: - μ., ὁ, εἶδος φυτοῦ ἐκ τῶν ἐννευροκαύλων, θανατηφόρου εἰς τοὺς μῦς, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 2, 9, κτλ.