3,241,272
edits
(6_8) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπίπτωσις''': -εως, ἡ, ([[ἐπιπίπτω]]) τὸ πίπτειν εἴς τινα, αἱ τῶν κλήρων... ἐπιπτώσεις Πλούτ. 2. 740D· τὸ κατὰ τύχην γινόμενον, [[σύμπτωσις]], Θεαγ. παρὰ Στοβ. 9. 21· κατὰ ἐπίπτωσιν καὶ συντυχίαν Στράβ. 102. | |lstext='''ἐπίπτωσις''': -εως, ἡ, ([[ἐπιπίπτω]]) τὸ πίπτειν εἴς τινα, αἱ τῶν κλήρων... ἐπιπτώσεις Πλούτ. 2. 740D· τὸ κατὰ τύχην γινόμενον, [[σύμπτωσις]], Θεαγ. παρὰ Στοβ. 9. 21· κατὰ ἐπίπτωσιν καὶ συντυχίαν Στράβ. 102. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />action de survenir à, τινι ; hasard, chance : κατ’ ἐπίπτωσιν par hasard.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιπίπτω]]. | |||
}} | }} |