3,276,318
edits
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναλλοίωτος''': -ον, [[ἀμετάβλητος]], Ἀριστ. Μεταφ. 11. 7, 13, Οὐρ. 1. 3, 9· «ἀναλλοίωτον, ἄτρεπτον, τὸ μὴ ἀλλοιούμενον, ὅ ἐστι [[ἄλλο]] ἐξ ἄλλου γινόμενον» Ἡσύχ. ― Ἐπίρρ. -ως Διογ. Λ. 4. 16. | |lstext='''ἀναλλοίωτος''': -ον, [[ἀμετάβλητος]], Ἀριστ. Μεταφ. 11. 7, 13, Οὐρ. 1. 3, 9· «ἀναλλοίωτον, ἄτρεπτον, τὸ μὴ ἀλλοιούμενον, ὅ ἐστι [[ἄλλο]] ἐξ ἄλλου γινόμενον» Ἡσύχ. ― Ἐπίρρ. -ως Διογ. Λ. 4. 16. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />invariable, immuable.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[ἀλλοιόω]]. | |||
}} | }} |