αὐχμός: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''αὐχμός''': ὁ, (αὔω) [[ξηρασία]], Ἡρόδ. 2. 13., 4. 198, Ἱππ. Ἀφ. 1247· ἐν τῷ πληθ., Θουκ. 1. 23, Ἰσοκρ. 191D: ― μεταφ., [[ὥσπερ]] [[αὐχμός]] τις τῆς σοφίας, [[ξηρασία]], [[σπάνις]], Πλάτ. Μένων 70C· καὶ [[οὕτως]] [[ἴσως]] αὐχμὸς τῶν σκευαρίων Ἀριστοφ. Πλ. 839. 2) τὰ ἀποτελέσματα τῆς ξηρασίας, [[ξηρότης]], [[τραχύτης]], [[ῥυπαρία]], μεστὰς αὐχμοῦ τε καὶ κόνεως Πλάτ. Πολ. 614D. 3) ἐπὶ ὕφους, [[ξηρότης]], [[ἰσχνότης]], Διον. Ἁλ. π. Δημ. 44.
|lstext='''αὐχμός''': ὁ, (αὔω) [[ξηρασία]], Ἡρόδ. 2. 13., 4. 198, Ἱππ. Ἀφ. 1247· ἐν τῷ πληθ., Θουκ. 1. 23, Ἰσοκρ. 191D: ― μεταφ., [[ὥσπερ]] [[αὐχμός]] τις τῆς σοφίας, [[ξηρασία]], [[σπάνις]], Πλάτ. Μένων 70C· καὶ [[οὕτως]] [[ἴσως]] αὐχμὸς τῶν σκευαρίων Ἀριστοφ. Πλ. 839. 2) τὰ ἀποτελέσματα τῆς ξηρασίας, [[ξηρότης]], [[τραχύτης]], [[ῥυπαρία]], μεστὰς αὐχμοῦ τε καὶ κόνεως Πλάτ. Πολ. 614D. 3) ἐπὶ ὕφους, [[ξηρότης]], [[ἰσχνότης]], Διον. Ἁλ. π. Δημ. 44.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />sécheresse.<br />'''Étymologie:''' [[αὕω]].
}}
}}