οὐραγός: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_14)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''οὐρᾱγός''': ὁ, ([[οὐρά]], [[ἡγέομαι]]) ὁ ἀρχηγὸς τῆς ὀπισθοφυλακίας, Ξεν. Ἀν. 4. 3, 26, Κύρ. 2. 3, 22, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[οὐραγός]]˙ τῆς οὐρᾶς ὁ [[ἔσχατος]] [[ἡγεμών]]. καὶ τοῦ εὐωνύμου κέρατος [[φύλαξ]]. ὁ δὲ τοῦ δεξιοῦ [[δεξιοφύλαξ]]».
|lstext='''οὐρᾱγός''': ὁ, ([[οὐρά]], [[ἡγέομαι]]) ὁ ἀρχηγὸς τῆς ὀπισθοφυλακίας, Ξεν. Ἀν. 4. 3, 26, Κύρ. 2. 3, 22, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[οὐραγός]]˙ τῆς οὐρᾶς ὁ [[ἔσχατος]] [[ἡγεμών]]. καὶ τοῦ εὐωνύμου κέρατος [[φύλαξ]]. ὁ δὲ τοῦ δεξιοῦ [[δεξιοφύλαξ]]».
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />commandant de l’arrière-garde.<br />'''Étymologie:''' [[οὐρά]], [[ἡγέομαι]].
}}
}}