3,274,917
edits
(6_21) |
(22) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λείωμα''': τό, ([[λειόω]]) τὸ [[καλῶς]] τριφθὲν ἢ κοπανισθέν, τὰ ἄκρατα λειώματα, χρώματα τῆς ζωγραφικῆς ἐκ κυανοῦ παρασκευαζόμενα διὰ τῆς τρίψεως, Θεοφρ. π. Λίθ. 55. | |lstext='''λείωμα''': τό, ([[λειόω]]) τὸ [[καλῶς]] τριφθὲν ἢ κοπανισθέν, τὰ ἄκρατα λειώματα, χρώματα τῆς ζωγραφικῆς ἐκ κυανοῦ παρασκευαζόμενα διὰ τῆς τρίψεως, Θεοφρ. π. Λίθ. 55. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λείωμα]], -ατος, τὸ (Α) [[λειώ]]<br />αυτό που προέρχεται από [[τριβή]] ή από [[κοπάνισμα]] ή από [[τήξη]] ή από [[σύνθλιψη]], το [[λειώμα]] («τὰ ἄκρατα λειώματα» — χρώματα ζωγραφικής που παρασκευάζονταν από κύανο με [[τριβή]], Θεόφρ.). | |||
}} | }} |