ἀντιδίδωμι: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_13b)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιδίδωμι''': μέλλ. -δώσω, δίδω καὶ [[αὐτός]] τι εἰς τὸν δόντα μοί τι, ἀνταποδίδω, [[δῶρον]] βουλόμενοι ἀντιδοῦναι τῷ Κροίσῳ Ἡρόδ. 1. 70., 3. 135, Αἰσχύλ. Χο. 94, κτλ.: πόνον, οὐ [[χάριν]], ἀντιδίδωσιν ἔχειν Σοφ. Ο. Κ. 232· πρβλ. Αἰσχύλ. Χο. 498, Εὐμ. 264· νέκυν νεκρῶν ἀμοιβὸν ἀντ. Σοφ. Ἀντ. 1067· ἀντ. [[χάριν]] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1337, Θουκ. 1. 41., 3. 63· τιμωρίαν ὁ αὐτ. 2. 53· λαμβάνων ἀντεδίδου Ξεν. Κύρ. 8. 6, 23: - Παθ., ἔλεός τε γὰρ πρὸς τοὺς ὁμοίους [[δίκαιος]] ἀντιδίδοσθαι Θουκ. 3. 40. 2) δίδω τι ἀντὶ ἐκείνου [[ὅπερ]] ἔμελλε νὰ δώσῃ [[ἄλλος]], σὺ δ’ ἀντιδοῦσα τῆς ἐμῆς τὰ φίλτατα ψυχῆς ἔσωσας Εὐρ. Ἄλκ. 340, Ι. Τ. 28. τι [[ἀντί]] τινος Ἀριστοφ. Εἰρ. 1251. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις, ἀντ. [τὴν οὐσίαν], [[προτείνω]] νὰ ἀνταλλάξω τὴν περιουσίαν μου [[πρός]] τινα (πρβλ. τὴν λέξ. [[ἀντίδοσις]]), Λυσ. 169. 4, Δημ. 469. 21· ἵν’ εἰ μὲν ἀντιδοίην, μὴ [[ἐξείη]] μοι πρὸς αὐτοὺς ἀντιδικεῖν, [[ὥστε]] ἐὰν παραδέχωμαι νὰ ἀντιδώσω κτλ., ὁ αὐτ. 840. 28· [[οὕτως]], ἀντ. τριηραρχίαν ὁ αὐτ. 539, ἐν τέλ. ΙΙΙ. δίδω ὡς ἀντίδοτον ἢ [[ἀντιφάρμακον]], Δαμόκρ. παρὰ Γαλην. 14. 90.
|lstext='''ἀντιδίδωμι''': μέλλ. -δώσω, δίδω καὶ [[αὐτός]] τι εἰς τὸν δόντα μοί τι, ἀνταποδίδω, [[δῶρον]] βουλόμενοι ἀντιδοῦναι τῷ Κροίσῳ Ἡρόδ. 1. 70., 3. 135, Αἰσχύλ. Χο. 94, κτλ.: πόνον, οὐ [[χάριν]], ἀντιδίδωσιν ἔχειν Σοφ. Ο. Κ. 232· πρβλ. Αἰσχύλ. Χο. 498, Εὐμ. 264· νέκυν νεκρῶν ἀμοιβὸν ἀντ. Σοφ. Ἀντ. 1067· ἀντ. [[χάριν]] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1337, Θουκ. 1. 41., 3. 63· τιμωρίαν ὁ αὐτ. 2. 53· λαμβάνων ἀντεδίδου Ξεν. Κύρ. 8. 6, 23: - Παθ., ἔλεός τε γὰρ πρὸς τοὺς ὁμοίους [[δίκαιος]] ἀντιδίδοσθαι Θουκ. 3. 40. 2) δίδω τι ἀντὶ ἐκείνου [[ὅπερ]] ἔμελλε νὰ δώσῃ [[ἄλλος]], σὺ δ’ ἀντιδοῦσα τῆς ἐμῆς τὰ φίλτατα ψυχῆς ἔσωσας Εὐρ. Ἄλκ. 340, Ι. Τ. 28. τι [[ἀντί]] τινος Ἀριστοφ. Εἰρ. 1251. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις, ἀντ. [τὴν οὐσίαν], [[προτείνω]] νὰ ἀνταλλάξω τὴν περιουσίαν μου [[πρός]] τινα (πρβλ. τὴν λέξ. [[ἀντίδοσις]]), Λυσ. 169. 4, Δημ. 469. 21· ἵν’ εἰ μὲν ἀντιδοίην, μὴ [[ἐξείη]] μοι πρὸς αὐτοὺς ἀντιδικεῖν, [[ὥστε]] ἐὰν παραδέχωμαι νὰ ἀντιδώσω κτλ., ὁ αὐτ. 840. 28· [[οὕτως]], ἀντ. τριηραρχίαν ὁ αὐτ. 539, ἐν τέλ. ΙΙΙ. δίδω ὡς ἀντίδοτον ἢ [[ἀντιφάρμακον]], Δαμόκρ. παρὰ Γαλην. 14. 90.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀντιδώσω, <i>etc.</i><br /><b>1</b> donner en retour ; τινί [[τι]] qch à qqn ; χάριν SOPH témoigner de la reconnaissance;<br /><b>2</b> donner en échange : [[τί]] τινος, [[τι]] [[ἀντί]] τινος une chose à la place d’une autre ; <i>abs.</i> ἀ. (<i>s.e.</i> τὴν οὐσίαν) offrir d’échanger sa fortune avec celle d’un autre.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[δίδωμι]].
}}
}}