ἀδιάστροφος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_17)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδιάστροφος''': -ον, ὁ [[ἀνεπίδεκτος]] στροφῆς, ἐπὶ τῶν ὀφθαλμῶν ζῴων τινῶν, Ἀριστοφ. Προβλ. 31.7· ἀδ. τῷ προσώπῳ πιεῖν, Κλήμ. Ἀλ. 185: -μεταφ., ὁ μὴ διαστραφείς, ὁ μὴ διεφθαρμένος, μὴ διεστραμμένος, κρίσει, Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 2: - Ἐπίρρ. -φως, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 2. 77.
|lstext='''ἀδιάστροφος''': -ον, ὁ [[ἀνεπίδεκτος]] στροφῆς, ἐπὶ τῶν ὀφθαλμῶν ζῴων τινῶν, Ἀριστοφ. Προβλ. 31.7· ἀδ. τῷ προσώπῳ πιεῖν, Κλήμ. Ἀλ. 185: -μεταφ., ὁ μὴ διαστραφείς, ὁ μὴ διεφθαρμένος, μὴ διεστραμμένος, κρίσει, Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 2: - Ἐπίρρ. -φως, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 2. 77.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />non dévié.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[διαστρέφω]].
}}
}}