μετρητής: Difference between revisions
Βραδὺς πρὸς ὀργὴν ἐγκρατὴς φέρειν γενοῦ → Ad iram tardus devita impotentiam → Sei zögerlich im Zorn, ertrage ihn mit Macht
(6_19) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μετρητής''': -οῦ, ὁ, ([[μετρέω]]) ὁ μετρῶν, Πλάτ. Περὶ Δικαίου 373Α. ΙΙ. = [[ἀμφορεύς]], ἐν Ἀθήναις τὸ κοινὸν [[μέτρον]] ὑγρῶν, πρὸς ὃ ἰσοδυναμοῦσι 12 [[χόες]] ἢ 144 κοτύλαι, [[περίπου]] λίτραι 39, σοὶ μὲν οὖν τήνδ’, ἀμφορεῦ, [[δίδωμι]] τιμήν, πρῶτα μὲν τοῦτ’ αὔτ’ ἔχειν [[ὄνομα]] μετρητὴν μετριότητος [[οὕνεκα]] Φιλύλλιος ἐν «Δωδεκάτῃ» 1, Δημ. 1045. 7, Σωσίθεος παρ’ Ἀθην. 415Β· ― ὁ Αἰγινητικὸς μετρητὴς ἦτο μείζων τοῦ Ἀττ. πιθανῶς κατὰ τὰ 2/5, ἴδε λεξικὸν τῶν Ἀρχαιοτήτων· ὁ Μακεδον. φαίνεται ἦτο μικρότερος, ἴδε Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 9, 2· ― ὁ δὲ Ρωμαϊκός ἀμφορεὺς (amphora) ἐχώρει τὰ 2/3 τοῦ Ἀττ. μετρητοῦ. | |lstext='''μετρητής''': -οῦ, ὁ, ([[μετρέω]]) ὁ μετρῶν, Πλάτ. Περὶ Δικαίου 373Α. ΙΙ. = [[ἀμφορεύς]], ἐν Ἀθήναις τὸ κοινὸν [[μέτρον]] ὑγρῶν, πρὸς ὃ ἰσοδυναμοῦσι 12 [[χόες]] ἢ 144 κοτύλαι, [[περίπου]] λίτραι 39, σοὶ μὲν οὖν τήνδ’, ἀμφορεῦ, [[δίδωμι]] τιμήν, πρῶτα μὲν τοῦτ’ αὔτ’ ἔχειν [[ὄνομα]] μετρητὴν μετριότητος [[οὕνεκα]] Φιλύλλιος ἐν «Δωδεκάτῃ» 1, Δημ. 1045. 7, Σωσίθεος παρ’ Ἀθην. 415Β· ― ὁ Αἰγινητικὸς μετρητὴς ἦτο μείζων τοῦ Ἀττ. πιθανῶς κατὰ τὰ 2/5, ἴδε λεξικὸν τῶν Ἀρχαιοτήτων· ὁ Μακεδον. φαίνεται ἦτο μικρότερος, ἴδε Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 9, 2· ― ὁ δὲ Ρωμαϊκός ἀμφορεὺς (amphora) ἐχώρει τὰ 2/3 τοῦ Ἀττ. μετρητοῦ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> mesureur, jaugeur, métreur;<br /><b>2</b> <i>particul., à Athènes</i> mesure pour les liquides équivalente à 12 [[χόες]] <i>ou 144 κοτύλαι, ou ¾ de médimne attique, soit environ 39 litres</i>;<br /><b>3</b> surn. du Rhodien Xénarque.<br />'''Étymologie:''' [[μετρέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:30, 9 August 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A measurer, Id.Just.373a; μετρηταὶ στρατοπέδων, = Lat. metatores castrorum, J.BJ5.2.1. II a liquid measure, = ἀμφορεύς, Philyll.7, D.42.20, Sosith.2.8 (s. v.l.), IG12(3).436.13 (Thera, iv B. C.), Arist.HA596a7, Hero *Mens.9, etc.; of the Hebrew bath, LXX 3 Ki.18.32, al., Ev.Jo.2.6.
German (Pape)
[Seite 162] ὁ, der Messende, Plat. de iust. 373 a. – In Athen war der Metretes, auch μετρήτης betont, das gewöhnliche Maaß für Flüssigkeiten, der 12 χόες oder 144 κοτύλαι und 3/4des attischen Medimnos enthielt, 11/2 römische Amphoren, 339/118 Berliner Quart, Dem. 42, 20 u. A.
Greek (Liddell-Scott)
μετρητής: -οῦ, ὁ, (μετρέω) ὁ μετρῶν, Πλάτ. Περὶ Δικαίου 373Α. ΙΙ. = ἀμφορεύς, ἐν Ἀθήναις τὸ κοινὸν μέτρον ὑγρῶν, πρὸς ὃ ἰσοδυναμοῦσι 12 χόες ἢ 144 κοτύλαι, περίπου λίτραι 39, σοὶ μὲν οὖν τήνδ’, ἀμφορεῦ, δίδωμι τιμήν, πρῶτα μὲν τοῦτ’ αὔτ’ ἔχειν ὄνομα μετρητὴν μετριότητος οὕνεκα Φιλύλλιος ἐν «Δωδεκάτῃ» 1, Δημ. 1045. 7, Σωσίθεος παρ’ Ἀθην. 415Β· ― ὁ Αἰγινητικὸς μετρητὴς ἦτο μείζων τοῦ Ἀττ. πιθανῶς κατὰ τὰ 2/5, ἴδε λεξικὸν τῶν Ἀρχαιοτήτων· ὁ Μακεδον. φαίνεται ἦτο μικρότερος, ἴδε Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 9, 2· ― ὁ δὲ Ρωμαϊκός ἀμφορεὺς (amphora) ἐχώρει τὰ 2/3 τοῦ Ἀττ. μετρητοῦ.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
1 mesureur, jaugeur, métreur;
2 particul., à Athènes mesure pour les liquides équivalente à 12 χόες ou 144 κοτύλαι, ou ¾ de médimne attique, soit environ 39 litres;
3 surn. du Rhodien Xénarque.
Étymologie: μετρέω.