αἰγοπίθηκος: Difference between revisions
From LSJ
ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
(6_14) |
(big3_2) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αἰγοπίθηκος''': ὁ, [[εἶδος]] πιθήκου ἔχοντος μορφὴν αἰγός, Φιλοστόργ. Ἱστ. Ἐκκλ. 3. 11· - [[εἶδος]] πιθήκων φερόντων τράγου [[γένειον]] κατὰ τὸν Κυβιέρον. | |lstext='''αἰγοπίθηκος''': ὁ, [[εἶδος]] πιθήκου ἔχοντος μορφὴν αἰγός, Φιλοστόργ. Ἱστ. Ἐκκλ. 3. 11· - [[εἶδος]] πιθήκων φερόντων τράγου [[γένειον]] κατὰ τὸν Κυβιέρον. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ου, ὁ [[mono-cabra]] especie de mono, Philost.<i>HE</i> 3.11. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:09, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
αἰγοπίθηκος: ὁ, εἶδος πιθήκου ἔχοντος μορφὴν αἰγός, Φιλοστόργ. Ἱστ. Ἐκκλ. 3. 11· - εἶδος πιθήκων φερόντων τράγου γένειον κατὰ τὸν Κυβιέρον.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ mono-cabra especie de mono, Philost.HE 3.11.