κατακτάς: Difference between revisions

5
(6_23)
(5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατακτάς''': κατακτάμενος, ἴδε [[κατακτείνω]].
|lstext='''κατακτάς''': κατακτάμενος, ἴδε [[κατακτείνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κατακτάς:''' Επικ. μτχ. αορ. βʹ του επόμ.· -[[κτάμενος]], μέσ.
}}
}}