ὑδάτιον: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_22)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[ὕδωρ]], ὀλίγον [[ὕδωρ]], [[ποτάμιον]], [[ῥυάκιον]], ἐπὶ τοῦ Ἰλισοῦ, Πλάτ. Φαῖδρ. 229Α· καὶ ἐν τῷ πληθ., [[αὐτόθι]] Β, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 28, 12, κ. ἀλλ. ΙΙ. ὀλίγη [[βροχή]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 9, 9.
|lstext='''ὑδάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[ὕδωρ]], ὀλίγον [[ὕδωρ]], [[ποτάμιον]], [[ῥυάκιον]], ἐπὶ τοῦ Ἰλισοῦ, Πλάτ. Φαῖδρ. 229Α· καὶ ἐν τῷ πληθ., [[αὐτόθι]] Β, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 28, 12, κ. ἀλλ. ΙΙ. ὀλίγη [[βροχή]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 9, 9.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />un peu d’eau :<br /><b>1</b> goutte d’eau;<br /><b>2</b> petite pluie.<br />'''Étymologie:''' [[ὕδωρ]].
}}
}}