3,274,919
edits
(6_12) |
(20) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καυσᾰλίς''': -ίδος, ἡ «καψαλίδα», [[φλύκταινα]], ἡ μέλαινα καὶ [[ὑπέρυθρος]] «φουσκαλίδα» ἐκ καύματος, Ἡσύχ. | |lstext='''καυσᾰλίς''': -ίδος, ἡ «καψαλίδα», [[φλύκταινα]], ἡ μέλαινα καὶ [[ὑπέρυθρος]] «φουσκαλίδα» ἐκ καύματος, Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καυσαλίς]], ἡ (Α)<br />[[φλύκταινα]] από [[έγκαυμα]], [[φουσκάλα]], [[καντήλα]], καψαλίδα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για δ. γρφ. του [[καυκαλίς]], ενώ με τη σημ. «[[φουσκάλα]]» συνδέεται πιθ. με το [[καίω]]. | |||
}} | }} |