αὐτόλιθος: Difference between revisions
From LSJ
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
(6_20) |
(big3_7) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐτόλῐθος''': πεποιημένος ἐξ ἐνὸς μόνου λίθου, αὐτολίθοισι ληκύθοις Σοφ. (Ἀποσπ. 133) παρὰ [[Πολυδ]]. Ι΄, 120, κατ’ εἰκασίαν τινὰ ἀμφίβολον τοῦ Hemsterth. ἀντὶ αὐτοχείλεσι. 2) [[ὄντως]] [[λίθος]], Ἰω. Χρυσ. τ. 10, σ. 287 Ε. | |lstext='''αὐτόλῐθος''': πεποιημένος ἐξ ἐνὸς μόνου λίθου, αὐτολίθοισι ληκύθοις Σοφ. (Ἀποσπ. 133) παρὰ [[Πολυδ]]. Ι΄, 120, κατ’ εἰκασίαν τινὰ ἀμφίβολον τοῦ Hemsterth. ἀντὶ αὐτοχείλεσι. 2) [[ὄντως]] [[λίθος]], Ἰω. Χρυσ. τ. 10, σ. 287 Ε. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[que es una auténtica piedra]] fig. de pers. [[invencible]] τις Chrys.M.61.229.<br /><b class="num">2</b> subst. τὸ αὐ. [[la piedra en sí]] Ar.<i>DN</i> M.3.596C. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:19, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
αὐτόλῐθος: πεποιημένος ἐξ ἐνὸς μόνου λίθου, αὐτολίθοισι ληκύθοις Σοφ. (Ἀποσπ. 133) παρὰ Πολυδ. Ι΄, 120, κατ’ εἰκασίαν τινὰ ἀμφίβολον τοῦ Hemsterth. ἀντὶ αὐτοχείλεσι. 2) ὄντως λίθος, Ἰω. Χρυσ. τ. 10, σ. 287 Ε.
Spanish (DGE)
-ον
1 que es una auténtica piedra fig. de pers. invencible τις Chrys.M.61.229.
2 subst. τὸ αὐ. la piedra en sí Ar.DN M.3.596C.