καρπογονία: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καρπογονία''': ἡ, παραγωγὴ καρποῦ, [[καρποφορία]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 1. 5, 5.
|lstext='''καρπογονία''': ἡ, παραγωγὴ καρποῦ, [[καρποφορία]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 1. 5, 5.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />production de fruits, fécondité.<br />'''Étymologie:''' [[καρπογόνος]].
}}
}}