3,274,915
edits
(6_7) |
(22) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λεκῐθώδης''': -ες, ([[λέκιθος]], ἡ) ἔχων [[χρῶμα]] λεκίθου, κρόκου, ᾠοῦ, Ἱππ. 1123Β, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱσ. 4. 8, 11. | |lstext='''λεκῐθώδης''': -ες, ([[λέκιθος]], ἡ) ἔχων [[χρῶμα]] λεκίθου, κρόκου, ᾠοῦ, Ἱππ. 1123Β, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱσ. 4. 8, 11. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ες (Α [[λεκιθώδης]], -ῶδες) [[λέκιθος]]<br />αυτός που έχει [[χρώμα]] όμοιο με τον κρόκο του αβγού, [[κιτρινωπός]] («οὔρων [[ὑπόστασις]] [[λεκιθώδης]]», Ιπποκρ.). | |||
}} | }} |