τριορία: Difference between revisions

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
(6_9)
 
(42)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''τριορία''': ἡ, [[τρία]] ὄρια, Λατ. trifinium, Γλωσσ.
|lstext='''τριορία''': ἡ, [[τρία]] ὄρια, Λατ. trifinium, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />τα [[τρία]] όρια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὅριον]].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

τριορία: ἡ, τρία ὄρια, Λατ. trifinium, Γλωσσ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
τα τρία όρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + ὅριον.