καλλίκερως: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''καλλίκερως''': ὁ, ἡ, ἔχων καλὰ κέρατα, Ἀνθ. Π. 7. 744., 9. 603. ΙΙ. = [[αἰγόκερως]], Γαλην. τ. 13. 355.
|lstext='''καλλίκερως''': ὁ, ἡ, ἔχων καλὰ κέρατα, Ἀνθ. Π. 7. 744., 9. 603. ΙΙ. = [[αἰγόκερως]], Γαλην. τ. 13. 355.
}}
{{bailly
|btext=ω (ὁ, ἡ)<br /><i>acc.</i> ων;<br />aux belles cornes.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[κέρας]].
}}
}}