μυροστάφυλος: Difference between revisions

26
(6_16)
 
(26)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''μῠροστάφυλος''': -ον, [[ἄμπελος]] φέρουσα εὐώδη σταφύλια, «μοσχοστάφυλα», Γεωπ. 4. 9, ἐν τῷ ἐπιγραφῇ.
|lstext='''μῠροστάφυλος''': -ον, [[ἄμπελος]] φέρουσα εὐώδη σταφύλια, «μοσχοστάφυλα», Γεωπ. 4. 9, ἐν τῷ ἐπιγραφῇ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μυροστάφυλος]], -ον (Μ)<br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ [[μυροστάφυλον]]<br />[[άμπελος]] από την οποία παράγονται ευώδη σταφύλια, μοσχοστάφυλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μύρον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σταφυλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σταφυλή]])].
}}
}}