διασκιρτάω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_20)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διασκιρτάω''': πηδῶ κατὰ διαφόρους διευθύνσεις ἢ [[μακράν]], Πλούτ. Εὐμ. 11.
|lstext='''διασκιρτάω''': πηδῶ κατὰ διαφόρους διευθύνσεις ἢ [[μακράν]], Πλούτ. Εὐμ. 11.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />bondir çà et là.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[σκιρτάω]].
}}
}}