Anonymous

λοφνίς: Difference between revisions

From LSJ
23
(Bailly1_3)
(23)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br />torche faite de sarments de vigne.<br />'''Étymologie:''' DELG [[λοπός]].
|btext=ίδος (ἡ) :<br />torche faite de sarments de vigne.<br />'''Étymologie:''' DELG [[λοπός]].
}}
{{grml
|mltxt=[[λοφνίς]], -[[ίδος]], ἡ (Α)<br />[[δάδα]] από φλοιό δένδρου και [[ιδίως]] από [[κλήμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Οι τ. [[λοφνίς]], [[λοφνία]] εμφανίζουν [[επίθημα]] -<i>ίς</i>, -<i>ία</i> και ανάγονται σε <i>λόφνος</i> (<i>πιβ</i>. <span style="color: red;"><</span> <i>λόπ</i>-<i>σν</i>-<i>ο</i>, που συνδέεται με [[λέπω]] «[[ξεφλουδίζω]]», [[λοπός]] «[[φλοιός]]» και εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>σν</i>-<i>ο</i>, <b>[[πρβλ]].</b> και [[λύχνος]]). Κατ' άλλους, η λ. συνδέεται με το [[λάμπω]].
}}
}}