δημολόγος: Difference between revisions

From LSJ

χρῆσαι κακοῖσι τοῖς ἐμοῖς, εἰ κερδανεῖς → use my shame, if any good

Source
(big3_11)
(9)
 
Line 4: Line 4:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[arengador]], [[orador popular]] peyor. πολιτικός τε καὶ δ. καὶ σοφιστής Them.<i>Or</i>.26.314d, οὗτος οὖν ἐστιν ὁ δ. ἀτεχνῶς Synes.<i>Dio</i> 12, δεινοί, πανοῦργοι, δημολόγοι <i>Cat.Cod.Astr</i>.8(1).186.3.
|dgtxt=-ου, ὁ [[arengador]], [[orador popular]] peyor. πολιτικός τε καὶ δ. καὶ σοφιστής Them.<i>Or</i>.26.314d, οὗτος οὖν ἐστιν ὁ δ. ἀτεχνῶς Synes.<i>Dio</i> 12, δεινοί, πανοῦργοι, δημολόγοι <i>Cat.Cod.Astr</i>.8(1).186.3.
}}
{{grml
|mltxt=[[δημολόγος]], ο (Α)<br />ο [[δημηγόρος]].
}}
}}

Latest revision as of 07:03, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 563] ὁ, Volksredner, Synes.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ arengador, orador popular peyor. πολιτικός τε καὶ δ. καὶ σοφιστής Them.Or.26.314d, οὗτος οὖν ἐστιν ὁ δ. ἀτεχνῶς Synes.Dio 12, δεινοί, πανοῦργοι, δημολόγοι Cat.Cod.Astr.8(1).186.3.

Greek Monolingual

δημολόγος, ο (Α)
ο δημηγόρος.