3,274,816
edits
(eksahir) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{eles | {{eles | ||
|esgtx=[[guiar]] | |esgtx=[[guiar]] | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''καθηγέομαι:''' Ιων. κατ-ηγ-· μέλ. <i>-ήσομαι</i>· αποθ.,<br /><b class="num">1.</b> [[προηγούμαι]], [[χρησιμεύω]] ως [[οδηγός]], [[καθοδηγώ]], απόλ., σε Ηρόδ., Θουκ.· <i>οἱ κατηγεόμενοι</i>, οι οδηγοί, σε Ηρόδ.· με δοτ., [[καθοδηγώ]] κάποιον, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> με αιτ. πράγμ., [[προηγούμαι]] και [[διδάσκω]] [[κάτι]], [[εξηγώ]], [[ερμηνεύω]], στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> με γεν., <i>καθ. τοῦ λόγου</i>, [[ξεκινώ]] την [[ομιλία]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">4.</b> είμαι ο [[πρώτος]] που κάνει [[κάτι]], [[εγκαθιδρύω]], [[ιδρύω]], [[θεσπίζω]], σε Ηρόδ.· οὐ κατηγήσομαι τὸν νόμον τόνδε [[τιθείς]], δεν θα [[εισάγω]] εγώ [[πρώτος]] αυτό το νόμο, στον ίδ. | |||
}} | }} |