μαγνήτινος: Difference between revisions

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
(eksahir)
 
(23)
Line 1: Line 1:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[hecho de imán]], [[de magnetita]]
|esgtx=[[hecho de imán]], [[de magnetita]]
}}
{{grml
|mltxt=[[μαγνήτινος]], -ίνη, -ον (Α) [[μαγνήτης]]<br />κατασκευασμένος από μαγνήτη.
}}
}}

Revision as of 07:35, 29 September 2017

Spanish

hecho de imán, de magnetita

Greek Monolingual

μαγνήτινος, -ίνη, -ον (Α) μαγνήτης
κατασκευασμένος από μαγνήτη.