ἐπιγραμμάτιον: Difference between revisions

13
(Bailly1_2)
(13)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />petite pièce en distiques, épigramme.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπίγραμμα]].
|btext=ου (τό) :<br />petite pièce en distiques, épigramme.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπίγραμμα]].
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπιγραμμάτιον]], το (Α)<br />μικρό [[επίγραμμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποκοριστικό του [[επίγραμμα]] με την υποκοριστική κατάλ. -<i>ιον</i>].
}}
}}