μαιήιος: Difference between revisions

From LSJ

Πάντ' ἀνακαλύπτων ὁ χρόνος πρὸς φῶς φέρει → Omnia revelans tempus in lucem eruit → Die Zeit deckt alles auf und bringt es an den Tag

Menander, Monostichoi, 459
(6_16)
 
(23)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''μαιήιος''': -ον, = [[μαιευτικός]], Νόνν. Δ. 9. 167.
|lstext='''μαιήιος''': -ον, = [[μαιευτικός]], Νόνν. Δ. 9. 167.
}}
{{grml
|mltxt=[[μαιήϊος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[μαιευτικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που γεννήθηκε από τη Μαία.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μαία]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ήϊος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>γαι</i>-[[ήιος]], <i>γενεθλ</i>-[[ήιος]])].
}}
}}

Revision as of 06:45, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

μαιήιος: -ον, = μαιευτικός, Νόνν. Δ. 9. 167.

Greek Monolingual

μαιήϊος, -ον (Α)
1. μαιευτικός
2. αυτός που γεννήθηκε από τη Μαία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαία + επίθημα -ήϊος (πρβλ. γαι-ήιος, γενεθλ-ήιος)].