3,274,919
edits
(Bailly1_4) |
(35) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ατος (τό) :<br />fortification devant un mur, rempart.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[τειχίζω]]. | |btext=ατος (τό) :<br />fortification devant un mur, rempart.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[τειχίζω]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το, ΝΑ [[προτειχίζω]]<br />[[οχύρωμα]] που εγείρεται [[μπροστά]] από το κύριο [[τείχος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ανατ.</b> [[λεπτό]] [[πέταλο]] φαιάς ουσίας που χωρίζεται από το [[κέλυφος]] του φακοειδούς [[πυρήνα]] [[προς]] τα [[μέσα]] και από τον φλοιό της νήσου του εγκεφάλου [[προς]] τα έξω με την έξω [[κάψα]]. | |||
}} | }} |