ἡμερινός: Difference between revisions

4
(16)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἡμερινός]], -ή, -ὸν (Α) [[ημέρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[ημέρα]] ή αυτός που γίνεται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας («ἡμερινὸς [[πυρετός]]», Ιπποκρ.). Επιρρ. <i>ἡμερινῶς</i> (AM)<br />[[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας.
|mltxt=[[ἡμερινός]], -ή, -ὸν (Α) [[ημέρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[ημέρα]] ή αυτός που γίνεται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας («ἡμερινὸς [[πυρετός]]», Ιπποκρ.). Επιρρ. <i>ἡμερινῶς</i> (AM)<br />[[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἡμερινός:''' -ή, -όν ([[ἡμέρα]]), αυτός που ανήκει στην [[ημέρα]], σε Πλάτ.· [[ἄγγελος]] [[ἡμερινός]], [[αγγελιαφόρος]] της ημέρας, σε Ξεν.
}}
}}