προσονομάζω: Difference between revisions

6
(35)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[καλώ]] κάποιον με ένα όνομα, τον [[ονοματίζω]] («αἰθέρα προσονομάζειν τὸν [[ἀνωτάτω]] τόπον», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδίδω]] σε κάποιον πρόσθετο όνομα, του [[προσδίδω]] [[προσωνυμία]], [[επονομάζω]].
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[καλώ]] κάποιον με ένα όνομα, τον [[ονοματίζω]] («αἰθέρα προσονομάζειν τὸν [[ἀνωτάτω]] τόπον», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδίδω]] σε κάποιον πρόσθετο όνομα, του [[προσδίδω]] [[προσωνυμία]], [[επονομάζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''προσονομάζω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[καλώ]] κάποιον με το όνομά του, [[προσονομάζω]] θεούς, τους [[αποδίδω]] το όνομα <i>θεοί</i>, σε Ηρόδ.
}}
}}