ἀπόκρημνος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀπόκρημνος]], -ον)<br />αυτός που έχει γκρεμούς, [[κρημνώδης]], [[απότομος]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[γεμάτος]] από δυσκολίες.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀπόκρημνος]], -ον)<br />αυτός που έχει γκρεμούς, [[κρημνώδης]], [[απότομος]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[γεμάτος]] από δυσκολίες.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀπόκρημνος:''' -ον, [[κρημνώδης]], αυτός που βρίσκεται πλάι σε γκρεμό, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.· μεταφ., ο [[γεμάτος]] δυσκολίες, λέγεται για δικαστική [[υπόθεση]], σε Δημ.
}}
}}