νεουργής: Difference between revisions

5
(26)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεουργής]], -ές (Α)<br />αυτός που κατασκευάστηκε πρόσφατα, καινουργιοφτειαγμένος, [[καινούργιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έργον]])].
|mltxt=[[νεουργής]], -ές (Α)<br />αυτός που κατασκευάστηκε πρόσφατα, καινουργιοφτειαγμένος, [[καινούργιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έργον]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νεουργής:''' -ές, = ἡ [[νεουργία]], σε Πλούτ.
}}
}}