3,274,216
edits
(31) |
(5) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ο / [[πελάγιος]], -ία, -ον, ΝΜΑ [[πέλαγος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει στο [[πέλαγος]], [[θαλάσσιος]], [[θαλασσινός]], του πελάγους, [[πελαγήσιος]]<br /><b>2.</b> (για ζώα) αυτός που ζει [[μέσα]] στη [[θάλασσα]], στο [[πέλαγος]] («τῶν δὲ θαλαττίων [ζώων] τὰ μὲν πελάγια, τὰ δὲ αἰγιαλώδη», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] κοιλεντερωτών θαλάσσιων ζώων της οικογένειας τών μεδουσών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται στο [[πέλαγος]], που διαπλέει ή προέρχεται από το [[πέλαγος]] (α. «[[ἱέραξ]] [[πελάγιος]]», πάπ.<br />β. «πλέουσιν οὖν αἱ [[νῆες]] ἀπὸ πελάγους πελάγιαι Μήλῳ προσέβαλον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> (για άνεμο) αυτός που πνέει από το [[πέλαγος]], ο [[θαλασσινός]] [[άνεμος]], ο [[μπάτης]]<br /><b>3.</b> αυτός που βρίσκεται [[παρά]] το [[πέλαγος]], [[κοντά]] στη [[θάλασσα]], ο [[παράλιος]], ο [[παραθαλάσσιος]]<br /><b>4.</b> (<b>το αρσ. και θηλ.</b>) [[προσωνυμία]] θεοτήτων, όπως του Ποσειδώνος, της Αφροδίτης, της Ίσιδος κ.ά.<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «πελαγία ἅλς» — η εκτεταμένη [[θάλασσα]], η [[θάλασσα]] του πελάγους<br />β) «πελαγία γῆ» — [[είδος]] χώματος<br /><b>6.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) «πελάγια<br />τὰ κρόταλα» <br />β) «πελαγία<br />ἡ ῥίνος». | |mltxt=-α, -ο / [[πελάγιος]], -ία, -ον, ΝΜΑ [[πέλαγος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει στο [[πέλαγος]], [[θαλάσσιος]], [[θαλασσινός]], του πελάγους, [[πελαγήσιος]]<br /><b>2.</b> (για ζώα) αυτός που ζει [[μέσα]] στη [[θάλασσα]], στο [[πέλαγος]] («τῶν δὲ θαλαττίων [ζώων] τὰ μὲν πελάγια, τὰ δὲ αἰγιαλώδη», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] κοιλεντερωτών θαλάσσιων ζώων της οικογένειας τών μεδουσών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται στο [[πέλαγος]], που διαπλέει ή προέρχεται από το [[πέλαγος]] (α. «[[ἱέραξ]] [[πελάγιος]]», πάπ.<br />β. «πλέουσιν οὖν αἱ [[νῆες]] ἀπὸ πελάγους πελάγιαι Μήλῳ προσέβαλον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> (για άνεμο) αυτός που πνέει από το [[πέλαγος]], ο [[θαλασσινός]] [[άνεμος]], ο [[μπάτης]]<br /><b>3.</b> αυτός που βρίσκεται [[παρά]] το [[πέλαγος]], [[κοντά]] στη [[θάλασσα]], ο [[παράλιος]], ο [[παραθαλάσσιος]]<br /><b>4.</b> (<b>το αρσ. και θηλ.</b>) [[προσωνυμία]] θεοτήτων, όπως του Ποσειδώνος, της Αφροδίτης, της Ίσιδος κ.ά.<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «πελαγία ἅλς» — η εκτεταμένη [[θάλασσα]], η [[θάλασσα]] του πελάγους<br />β) «πελαγία γῆ» — [[είδος]] χώματος<br /><b>6.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) «πελάγια<br />τὰ κρόταλα» <br />β) «πελαγία<br />ἡ ῥίνος». | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πελάγιος:''' -α, -ον και επίσης <i>-ος</i>, <i>-ον</i>· ([[πέλαγος]])·<br /><b class="num">1.</b> [[θαλάσσιος]], Λατ. [[marinus]], σε Ευρ.· λέγεται για ζώα, αυτός που ζει στη [[θάλασσα]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που βρίσκεται έξω από τη [[θάλασσα]] στο ανοιχτό [[πέλαγος]], σε Σοφ., λέγεται για σημαδούρες ή πλοία, σε Θουκ., Ξεν. | |||
}} | }} |