τρισκαιδεκέτης: Difference between revisions

From LSJ

ὅνος λύρας ἀκούει κινῶν τά ὦτα → a donkey hears the lyre and wiggles its ears, caviar to the general

Source
(42)
(6)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ες, Α<br /><b>βλ.</b> <i>τρεισκαιδεκ</i>(<i>α</i>)[[έτης]].
|mltxt=-ες, Α<br /><b>βλ.</b> <i>τρεισκαιδεκ</i>(<i>α</i>)[[έτης]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τρισκαιδεκέτης:''' -ου, ὁ ([[ἔτος]]), αυτός που έχει [[ηλικία]] δεκατριών ετών, σε Λυσ.
}}
}}

Revision as of 02:08, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

τρισκαιδεκέτης: -ου, ὁ, ὁ ἔχων ἡλικίαν δεκατριῶν ἐτῶν, Λυσί. 116. 28.

French (Bailly abrégé)

c. τρισκαιδεκαέτης.

Greek Monolingual

-ες, Α
βλ. τρεισκαιδεκ(α)έτης.

Greek Monotonic

τρισκαιδεκέτης: -ου, ὁ (ἔτος), αυτός που έχει ηλικία δεκατριών ετών, σε Λυσ.