ἐπεπήγειν: Difference between revisions

From LSJ

εἴς μ' ὁρεῦσα καρκίνου μέζον → looking at me with saucer-eyes

Source
(4)
(2)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπεπήγειν:''' υπερσ. του [[πήγνυμι]].
|lsmtext='''ἐπεπήγειν:''' υπερσ. του [[πήγνυμι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπεπήγειν:''' ppf. к [[πήγνυμι]].
}}
}}

Latest revision as of 06:24, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

pqp. de πήγνυμι.

Greek Monotonic

ἐπεπήγειν: υπερσ. του πήγνυμι.

Russian (Dvoretsky)

ἐπεπήγειν: ppf. к πήγνυμι.