βαρύτλητος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰρύτλητος:''' -ον, <b class="num">I.</b> αυτός που υπομένει [[βαρύ]] φορτίο, σε Ανθ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., αυτός τον οποίο είναι δύσκολο να υποφέρει [[κανείς]], δυσβάσταχτος, στο ίδ.
|lsmtext='''βᾰρύτλητος:''' -ον, <b class="num">I.</b> αυτός που υπομένει [[βαρύ]] φορτίο, σε Ανθ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., αυτός τον οποίο είναι δύσκολο να υποφέρει [[κανείς]], δυσβάσταχτος, στο ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''βαρύτλητος:''' тяжело страдающий (sc. [[μήτηρ]] Anth.).
}}
}}