Anonymous

ἀνθήλιος: Difference between revisions

From LSJ
1
(4)
(1)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο και ανθήλιο, το (Α [[ἀνθήλιος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />Ι. <b>το ουδ. ως ουσ.</b><br /><b>1.</b> <b>Ζωολ.</b> ονομ. γένους των Μαλακίων<br /><b>2.</b> η [[ομπρέλα]] για τον ήλιο<br />II. <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <b>(Μετεωρ.)</b> συγκεχυμένο [[είδωλο]] του ήλιου στο διαμετρικά αντίθετο [[σημείο]] του ουρανού<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αντικρίζει τον ήλιο (για τον αετό)<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που με τη [[σκιά]] του προστατεύει απ' τον ήλιο<br /><b>3.</b> αυτός που μοιάζει σαν [[ήλιος]].
|mltxt=ο και ανθήλιο, το (Α [[ἀνθήλιος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />Ι. <b>το ουδ. ως ουσ.</b><br /><b>1.</b> <b>Ζωολ.</b> ονομ. γένους των Μαλακίων<br /><b>2.</b> η [[ομπρέλα]] για τον ήλιο<br />II. <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <b>(Μετεωρ.)</b> συγκεχυμένο [[είδωλο]] του ήλιου στο διαμετρικά αντίθετο [[σημείο]] του ουρανού<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αντικρίζει τον ήλιο (για τον αετό)<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που με τη [[σκιά]] του προστατεύει απ' τον ήλιο<br /><b>3.</b> αυτός που μοιάζει σαν [[ήλιος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνθήλιος:''' ион. [[ἀντήλιος]] 2<br /><b class="num">1)</b> находящийся против (восходящего) солнца, обращенный к востоку, восточный (ἀγκῶνες Soph.; [[ὄρος]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> выставляемый на солнце, т. е. воздвигаемый перед воротами дома (δαίμονες Aesch.);<br /><b class="num">3)</b> подобный солнцу, сияющий как солнце ([[πρόσωπον]] Eur.).
}}
}}