3,258,334
edits
(9) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δευτερουργός]], -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος έχει δευτερεύουσα [[θέση]] σε κάποιο [[έργο]], ο δευτερεύων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[δευτερουργός]]<br />αυτός που επισκευάζει ή μεταποιεί ενδύματα. | |mltxt=[[δευτερουργός]], -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος έχει δευτερεύουσα [[θέση]] σε κάποιο [[έργο]], ο δευτερεύων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[δευτερουργός]]<br />αυτός που επισκευάζει ή μεταποιεί ενδύματα. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δευτερουργός:''' вторичный, второстепенный, вспомогательный (κινήσεις Plat.). | |||
}} | }} |