κατειδέναι: Difference between revisions

From LSJ

ἔνθα μὲν οὔτε βοῶν οὔτ' ἀνδρῶν φαίνετο ἔργα → from there no works of men or oxen appeared

Source
(5)
(2b)
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατειδέναι:''' απαρ. του [[κάτοιδα]].
|lsmtext='''κατειδέναι:''' απαρ. του [[κάτοιδα]].
}}
{{elru
|elrutext='''κατειδέναι:''' inf. к [[κάτοιδα]].
}}
}}

Revision as of 08:04, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

κατειδέναι: ἴδε ἐν λέξ. κάτοιδα.

Greek Monotonic

κατειδέναι: απαρ. του κάτοιδα.

Russian (Dvoretsky)

κατειδέναι: inf. к κάτοιδα.