ἔπταξαν: Difference between revisions

2
(4)
(2)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔπταξαν:''' Δωρ. αντί <i>ἔπτηξαν</i>, γʹ πληθ. αορ. αʹ του [[πτήσσω]].
|lsmtext='''ἔπταξαν:''' Δωρ. αντί <i>ἔπτηξαν</i>, γʹ πληθ. αορ. αʹ του [[πτήσσω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἔπτᾱξαν:''' дор. (= ἔπτηξαν) 3 л. pl. aor. 1 к [[πτήσσω]].
}}
}}