γαληνός: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γαληνός:''' -όν ([[γαλήνη]]), [[ήρεμος]]· <i>γαλήν' ὁρῶ</i> (ουδ. πληθ.) [[βλέπω]] [[γαλήνη]], σε Ευρ.· λέγεται για πρόσωπα, [[γαλήνιος]], [[πράος]], [[ήσυχος]], [[μαλακός]], [[ήπιος]].
|lsmtext='''γαληνός:''' -όν ([[γαλήνη]]), [[ήρεμος]]· <i>γαλήν' ὁρῶ</i> (ουδ. πληθ.) [[βλέπω]] [[γαλήνη]], σε Ευρ.· λέγεται για πρόσωπα, [[γαλήνιος]], [[πράος]], [[ήσυχος]], [[μαλακός]], [[ήπιος]].
}}
{{elru
|elrutext='''γᾰληνός:''' спокойный, безмятежный (ἐκ κυμάτων γαλήν᾽ ὀρᾶν Eur.; γαληνὰ ἄπαντα [[ἔστω]] Luc.; προσφθέγματα Eur.; [[βίος]] Plat., Plut.).
}}
}}