κρόκινος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρόκῐνος:''' -η, -ον ([[κρόκος]]), αυτός που προέρχεται από κροκό, σε Ανθ.
|lsmtext='''κρόκῐνος:''' -η, -ον ([[κρόκος]]), αυτός που προέρχεται από κροκό, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''κρόκῐνος:''' шафранный ([[μύρον]] Anth.).
}}
}}