Ὀρθόπαγον: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source
(6_22)
 
(3b)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ὀρθόπᾰγον''': τό, ὀρθὸν [[ὕψωμα]], [[ὄνομα]] βουνοῦ παρὰ τοὺς Θουρίους, Πλουτ. Σύλλ. 17.
|lstext='''Ὀρθόπᾰγον''': τό, ὀρθὸν [[ὕψωμα]], [[ὄνομα]] βουνοῦ παρὰ τοὺς Θουρίους, Πλουτ. Σύλλ. 17.
}}
{{elru
|elrutext='''Ὀρθόπᾰγον:''' τό Ортопаг (возвышенность в Беотии) Plut.
}}
}}

Revision as of 01:12, 1 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

Ὀρθόπᾰγον: τό, ὀρθὸν ὕψωμα, ὄνομα βουνοῦ παρὰ τοὺς Θουρίους, Πλουτ. Σύλλ. 17.

Russian (Dvoretsky)

Ὀρθόπᾰγον: τό Ортопаг (возвышенность в Беотии) Plut.