πορφυρικός: Difference between revisions
From LSJ
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
(33) |
m (Text replacement - "<i>ἡ [[" to "ἡ [[") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -όν, ΝΑ [[πορφύρα]]<br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b | |mltxt=-ή, -όν, ΝΑ [[πορφύρα]]<br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> ἡ [[πορφυρική]]<br />το [[μονοπώλιο]] της κατεργασίας της πορφύρας, της βαφής πορφυρών υφασμάτων («ἡ κατὰ Λυκίαν [[πορφυρική]]», Πάπ.). | ||
}} | }} |