ακαλύφη: Difference between revisions

From LSJ

Ὀργὴ φιλούντων ὀλίγον ἰσχύει χρόνον → Amantis ira ferre aetatem non potest → Der Zorn von Liebenden hat Macht nur kurze Zeit

Menander, Monostichoi, 410
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α ἀκαλύφη)<br />η [[ακαλήφη]]. - <b>Βοτ.</b> Ακαλύφη ή Ακαλύφα<br />[[γένος]] [[φυτών]] της οικογένειας τών Ευφορβιιδών που περιλαμβάνει 430 είδη, ιθαγενή τών τροπικών χωρών. Είναι θάμνοι και ποώδη ζιζάνια με φύλλα στίλβοντα και έμμισχα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>acalypha</i>, νεολατιν. επιστημον. όρος <span style="color: red;"><</span> αρχ. ελλ. <i>ἀκαλύφη</i>, [[παράλληλος]] της λ. [[ἀκαλήφη]]].
|mltxt=η (Α ἀκαλύφη)<br />η [[ακαλήφη]]. - <b>Βοτ.</b> Ακαλύφη ή Ακαλύφα<br />[[γένος]] [[φυτών]] της οικογένειας τών Ευφορβιιδών που περιλαμβάνει 430 είδη, ιθαγενή τών τροπικών χωρών. Είναι θάμνοι και ποώδη ζιζάνια με φύλλα στίλβοντα και έμμισχα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>acalypha</i>, νεολατιν. επιστημον. όρος <span style="color: red;"><</span> αρχ. ελλ. <i>ἀκαλύφη</i>, [[παράλληλος]] της λ. [[ἀκαλήφη]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:47, 29 December 2020

Greek Monolingual

η (Α ἀκαλύφη)
η ακαλήφη. - Βοτ. Ακαλύφη ή Ακαλύφα
γένος φυτών της οικογένειας τών Ευφορβιιδών που περιλαμβάνει 430 είδη, ιθαγενή τών τροπικών χωρών. Είναι θάμνοι και ποώδη ζιζάνια με φύλλα στίλβοντα και έμμισχα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < acalypha, νεολατιν. επιστημον. όρος < αρχ. ελλ. ἀκαλύφη, παράλληλος της λ. ἀκαλήφη].